Δευτέρα 12 Νοεμβρίου 2012

ΟΙ ΑΠΟΨΕΙΣ ΔΙΙΣΤΑΝΤΑΙ

 Από τα βάθη των ωκεανών αναδύθηκαν τα επιχειρήματα για την ύπαρξη... aliens

Η πρώτη συστηματική αναζήτηση εξωγήινων μορφών ζωής ξεκίνησε το 1960,

με επικεφαλής τον Frank Drake, ο οποίος σήμερα είναι αστρονόμος στο

Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια, στη Santa Cruz. Χρησιμοποιώντας μια

εξαιρετικά μεγάλη κεραία, σαν δορυφορικό πιάτο, ο Drake σάρωνε τον

ουρανό, προσπαθώντας να ακούσει σήματα και να καταφέρει να

επικοινωνήσει με... εκπροσώπους προηγμένων εξωγήινων πολιτισμών. Με

βάση μια πολύπλοκη εξίσωση (Ν=Ν*fpnef1fifcfL ­ ό, τι κι αν σημαίνει

αυτό...), ο Drake υπολόγισε τις πιθανότητες να υπάρχει ζωή σε κάποιον

άλλο πλανήτη. Και κατέληξε στο συμπέρασμα πως θα πρέπει να υπάρχουν

αρκετές χιλιάδες έξυπνα εξωγήινα όντα, ανάμεσα στα 400 εκατομμύρια

αστέρια του γαλαξία μας, τα οποία να ζουν στην επιφάνεια πλανητών, που

βρίσκονταν γύρω από αστέρια σαν τον Ήλιο και θερμαίνονταν από το φως

τους.

Όμως, στη δεκαετία του 1970 εμφανίστηκε ο Dr. Μichael Ηart, ένας

φυσικός από το Εθνικό Κέντρο Ατμοσφαιρικών Ερευνών στο Βoulder, ο

οποίος, με επιστημονικά επιχειρήματα, υποστήριζε πως πράγματι υπάρχουν

ορισμένες πολύ μικρές «κατοικήσιμες» ζώνες γύρω από τους αστέρες,

ελάχιστες όμως. Οι ζώνες αυτές βρίσκονται εκεί όπου υπάρχει ασφάλεια,

μακριά από τους πόλους των πλανητών, όπου η θερμοκρασία είναι είτε

εξαιρετικά υψηλή είτε απελπιστικά ψυχρή. Το σημαντικότερο επιχείρημά

του ήταν πως η ύπαρξη ζωής σε κάποιον άλλον πλανήτη είναι ζήτημα...

τύχης. Και το κυριότερο παράδειγμά του ήταν πως «αν η τροχιά της Γης

ήταν κατά ένα ελάχιστο ποσοστό μικρότερη ή μεγαλύτερη, δεν θα υπήρχε

ζωή ούτε καν σε αυτόν τον δικό μας πλανήτη. Το γεγονός ότι υπάρχει

είναι καθαρή τύχη. Είμαστε τυχεροί που η Γη βρίσκεται μέσα σε μια

μικρή κατοικήσιμη ζώνη».

Στα χρόνια εκείνα, η θεωρία του Ηart βρήκε αρκετούς υποστηρικτές από

τον χώρο της επιστημονικής κοινότητας, οι οποίοι θεώρησαν τα

επιχειρήματά του «επαρκή». Ωστόσο, η διαμάχη συνεχίστηκε και

αναθερμάνθηκε. Τότε ήταν που άρχισε να κερδίζει έδαφος μια νέα,

ριζοσπαστική προσέγγιση, η οποία στηριζόταν στις μελέτες επιστημόνων

που δεν γίνονταν στο διάστημα αλλά στη Γη και, συγκεκριμένα, στα βάθη

των ωκεανών. Αναζητώντας να βρουν τι κρύβεται στον σκοτεινό βυθό και

έπειτα από αναρίθμητες καταδύσεις στα βαθιά νερά των Νησιών

Γκαλαπάγκος το 1977, οι ειδικοί εντόπισαν ένα εξαιρετικά πολύπλοκο και

πλούσιο οικοσύστημα, στην πανίδα του οποίου περιλαμβάνονταν μεγάλες

αποικίες σκουληκιών και μικροοργανισμών μέσα σε υποβρύχια ρήγματα.

Ήταν ένας ζωντανός κόσμος, που απεδείχθη πως έπαιρνε ενέργεια από τα

υποθαλάσσια ηφαίστεια. Η εσωτερική θερμότητα της Γης απελευθέρωνε

χημικές ουσίες με τις οποίες τρέφονταν διάφοροι μικροοργανισμοί κι

αυτοί με τη σειρά τους γίνονταν τροφή για είδη που βρίσκονταν πιο ψηλά

στην τροφική αλυσίδα. Σήμερα, έχουν πια ανακαλυφθεί περισσότερες από

100 τέτοιες σκοτεινές οάσεις ζωής, στα βάθη των ωκεανών της Γης, κατά

μήκος των ηφαιστειακών ρηγμάτων που διασχίζουν απ' άκρη σ' άκρη τον

θαλάσσιο πυθμένα.

Στηριζόμενος σε αυτές τις ανακαλύψεις, όπως επίσης και στον εντοπισμό

μικροβίων αρκετά χιλιόμετρα κάτω από την επιφάνεια της γης, ο Dr.

Τhomas Gold, από το Πανεπιστήμιο Cornell, ανακοίνωσε το 1992 πως με

την ίδια λογική τέτοιοι οργανισμοί θα πρέπει να ζουν και στα βάθη

άλλων πλανητών.

Δεν υπάρχουν σχόλια: